πελιούς

πελιούς
πελιός
discoloured by extravasated blood
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πελίους — πέλιος masc/fem acc pl πελιόω imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πέλειος — Α 1. (κατά τον Ησύχ.) «πελείους Κῷοι καὶ Ἠπειρῶται τοὺς γέροντας καὶ τὰς πρεσβύτιδας» 2. πελιδνός, μαυροκίτρινος. [ΕΤΥΜΟΛ. Το επίθ. πέλειος έχει σχηματιστεί δευτερογενώς από το ουσ. πέλεια «αγριοπερίστερο». Η ερμηνεία που παραδίδει ο Ησύχ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”